Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009

ΣΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ

Ο ηλιος δεν σε βλεπει, με τη σιωπη μιλας
την πετρα τη λαξευεις, στα βαθη τη μετρας
και ψαχνεις το διαμαντι για λιγοστο ψωμι
ελπιδα θυσιαζεις στην πρωτη τη γραμμη.
Μεσα στο ορυχειο γυρευεις για να βρεις
το σπανιο πετραδι, τη ριζα της ζωης
να φερεις το χρυσαφι εσυ μονο μπορεις
εσυ ΄σαι ο βασιλιας του κι ας εισαι αφανης.
Δικα σου τα πολυτιμα κι' αποκρυφα της γης
δικα σου τα στολιδια στον κοσμο της χλιδης
κι' ας μην τα φανερωνεις, στο παρασκηνιο ζεις
τα φωτα σου μας δινεις ν' αστραφτουμε εμεις.
Τα πλουτη μας δικα σου κι ας εισαι αφανης
εσυ που κατεβαινεις στα εγκατα της γης
γιατι ο,τι αποκτησαμε δικο σου εξαρχης
που εισαι και θα εισαι της γης ο γητευτης.
Σαν λαμπερο αστερι στο φως της χαραυγης
που βγαινει να σημανει μια καινουργ' αρχη
κι' αληθεια να μας πει,
χωρις το περιθωριο δεν γινεται ζωη.
Μ' αγωνα συνεχη και σταση ταπεινη
στους ωμους σου σηκωνεις ολοκληρη τη γη.

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2009

Άσε με να σε πληγώσω

Άσε με να σε πληγώσω
γρήγορα να γιατρευτώ
από τη δικιά σου αγάπη
και να σε ερωτευτώ.

Να σε βλέπω να γυρεύεις
τη στερνή μου αγκαλιά
και να δίνεις ο, τι έχεις
μ' άνεσης απλοχεριά.

Όχι ν' αγαπάς για νά΄χεις
τη δική μου συντροφιά
ούτ' από εγωισμό να είσαι
στης αγάπης τη φωλιά.

Να ζητάς απ' την πνοή μου
και να παίρνεις σιγουριά
κάθε που σ' αναζητάω
με αντίρρηση καμιά.

Ένιωσα την ευτυχία
ένιωσα και τη χαρά
γεύτηκα τη δυστυχία
που σε πρόδωσα μετά.

Κι' ήτανε βαρύς ο πόνος
πού' ρθε μέσα μου κι' απλώθη
στην αλάνα βρήκε άπλα
με πλοκάμια ξεδιπλώθη.

Κι' όταν ρίζωσε μακριά σου
ζήλεψα την ομορφιά σου
παραδόθηκα για μήνες
μέσα στ΄ όνειρο κοντά σου.

Αλλά άργησες να' ρθείς
κι' οι ελπίδες μου χαθήκαν
γιατι έχανα το νου μου
μες τη σκοτεινιά,

μες την απονιά του κόσμου,
ήταν τ' άδικο μεγάλο
καθαρά για ν' αντικρύσει
της αλήθειας τη φωτιά.

Τύφλωνε ο έρωτας μου
κι η σιωπή μου μαρτυρούσε
ατυχία
που κανένας
δεν θα ήθελε να ζουσε.

Και με γιάτρεψε - τι κρίμα!-
μακριά σου η συνήθεια
βρήκα έναν ανδρα θύμα
που δεν ήθελα στ' αληθεια.

Κι' όμως, κι' όταν μες το ψέμα
τη ζωή μου σπαταλούσα
μες τη μοναξιά μου ράκος
ως συνήθως καταντούσα.

Δεν μπορούσ' άλλο να δώσω
και να μην με πλησιάζεις
κι' έλιωνα σαν εφιάλτης
κάθε νύχτα που ξυπνούσα.

Γύριζα σαν μια κατάρα
άδικη μες το σκοτάδι
μ' ένα δάκρυ να λιμνάζει
από των ματιών την άκρη.

Κρύωνα και ζεσταινόμουν
και ο πυρετός μου ανέβη
ξαφνικά μέχρι τα ύψη
έτρεμα σαν νά' μουν ψαρι.

Κι' ήρθες,
ήρθες μέσα στο μπουντρούμι
πού' μουνα καιρό κλεισμένη
όταν έχασα το φως μου
κι' έγινα δυστυχισμένη.

Και τα βέλη που μου ρίχναν
δύσκολο να τα τραβήξεις
με χαρά να με γεμίσεις
σύραγγα βαθιά στο Άδη
έτσι ξαφνικά ν' ανοίξεις.

Θέλω τώρα να πιστέψω
ότι μ' αγαπάς κι' εσύ
και πολλά να θυσιάσεις
για να είμαστε μαζι.

Όπως έκανα κι' εγώ,
άφησα πολλά για σένα
οικογένεια και φίλους
και πιστό αρσενικό.

Μια μικρή αλλοπαρμένη
που χτυπήθηκε σκληρά
απ' του έρωτα το τοξο
θέλει τώρα ν' απαλύνει
τη σκληρή σου την καρδιά.

Μάγισσα λοιπν να είμαι
κι' άδικα σε βασανίζω
η να είμαι μια νεράιδα
που μ' αγάπη σε γεμίζω?

Κλαίω λεηλατημένη τώρα
γύρισες και τά' χασ' όλα
και παραμιλάω μήπως
ψεύτικα σε θέλω ακομα.

Δεν αντέχω να πιστεύω
άλλο πως σε κοροιδεύω,
δήθεν πως δεν σ΄αγαπάω
όταν δίπλα σου κοιμάμαι
και την ώρα μου περνάω.

Μακριά σου θε να φύγω
κι' εσύ να με κυνηγήσεις
της αγάπης τη φωτιά
σαν φακίρης να πηδήξεις.

Νά' ναι μια οφθαλμαπάτη
κάθε σκέψη μου που γράφω
η καρδιά μονάχα ξέρει
και αυτήνε αντιγράφω..

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2009

Τσιγγάνα καρδιά..

Αγάπες και έρωτες,
φίλοι παντοτινοί,
πόση απ' την ομορφιά σας
κατάπιαν οι ενοχές
της τσιγγάνας καρδιάς μου!
Πόση απ' την ομορφια σας
σκιάστηκε στου "πρέπει"
της κοινωνίας το βωμό!
Πόση ευτυχία εξανεμίστηκε
και σωριάστηκε
στην άμμο του χρόνου!
Αλλίμονο!! Δεν μπορώ να δω.
Τσιγγάνα καρδιά μου,
πόσο άδικα σε μίσησαν
οι υποκριτές που πίστευες
πως σ' αγαπούσαν!
Εκείνοι που περίμενες
ν' αγαπήσεις κι΄εσυ
και σ' άφησαν
να πλανιέσαι ολημερίς
σαν φύλλο στον άνεμο,
τίποτα πια να μην σου ανήκει..??!
Με πόσο πόνο, πόσο δάκρυ,
πόσο κενό και κατατρεγμό
πλήρωσες την ομορφιά σου!
Και τώρα που το κατάλαβες
για που τραβάς ξανά
και με τι δύναμη?
Σε ποια λημέρια ταξιδεύεις,
ποιο λιμάνι θα βρεις για ν΄αράξεις
ή για να κρυφτείς
απ΄τα φαρμακερά τους βέλη,
εκείνων που δεν κατάφεραν
ποτέ ν' αγαπήσουν
και να σε φτάσουν..
Εσένα
αστραφτερή βασίλισσα,
που άξια το θρόνο σου κρατάς
και κάποιον να σου μοιάζει
δεν έπαψες ποτέ ν' αναζητάς..
Στην πλάνη σου γυρνάς.

Λενε..

Λένε για τις ψυχές που φεύγουν
πως περνάνε απ' τον Άδη..
Κι' εκείνες που μένουν και τις περιμένουν..?
Κι' εκείνες που μένουν και ξέρουν
πως στο θάνατο μόνο ίσως τις βρουν..?

Αν μπορούσες..

Αν μπορούσες
να συνειδητοποιήσεις
ότι ζεις μία κόλαση,
μία τιμωρία,
αν μπορούσες να καταλάβεις
ότι ζεις την κόλαση της τιμωρίας,
των ενοχών το βαρύ κάρμα,
τότε θ' αρκούσε μια στιγμή
για να πας στον παράδεισο...!

Αν θες

Αν θες ν' αντεχεις τον πονο, τη λυπη, το φοβο, την οργη, κι' αν ολ' αυτα θα ηθελες να μοιαζουνε σαν χωρα μακρινη, πεδιαδα πρασινη, μικρη, κι' εσυ μια κουκιδα στη μακρινη αγκαλια ενος αεροπλανου, μη βαζεις ταμπελες στην τρυφερη σου ψυχη..

Εσύ

Αν δεν περίμενα το αύριο
θα ημουν ήδη ευτυχισμένη.
Η ελπίδα δεν κόβεται μ' ένα μαχαιρι.
Η ρίζα βαθαίνει
και το λουλούδι πιο κοντά στον ήλιο θα στραφεί.
Αν δεν περίμενα το αύριο θα ήμουν πεθαμένη.
Ζωντανή όμως νεκρή,
του χρόνου του αδίστακτου αγγίζοντας σπαθί
σου άπλωσα το χέρι.
Αν δεν περίμενα το αύριο θα είχε ήδη έρθει.
Έλα πρώτα εσύ!